Flag Counter

Τετάρτη 10 Οκτωβρίου 2018

Στάση Μυρτώ


Κοιτάζει έξω από το τζάμι το λεωφορείο να ξερνάει φοιτητόκοσμο  σωρηδόν. Το φως λιγοστεύει και πιάνει να σουρουπώνει πια. Ξαναγυρίζει στη δουλειά της.
"Αυτό να προτιμήσετε: έχει σχεδόν όλους τους μύθους του Αισώπου-τουλάχιστον τους πιο γνωστούς-και, επιπλέον, έχει τέλεια εικονογράφηση..."
"Δεν ξέρω...και δεν έχω και τον μικρό εδώ, να διαλέξει... ξέρετε, θέλω να περνάω λίγο ποιοτικό χρόνο μαζί του κάθε βράδυ, γιατί όλη την ημέρα λείπω, γυρνάω αργά σπίτι. Και είμαι και λίγο βιαστική τώρα, έχω γιόγκα στις 7:30..."
Κλασσική ξανθιά, εργασιομανής ως γυναίκα και ενοχική ως μητέρα. 
Ηλίθια!
Τώρα  το θυμήθηκε ότι βιάζεται. Μια ώρα την έχει και την παιδεύει, "...όχι αυτό, δεν μου αρέσει ο συγγραφέας. Όχι το άλλο, δεν έχει αρκετές εικόνες"...Της έχει κατεβάσει από τα ράφια ολόκληρη παιδική βιβλιοθήκη. Τελικά η κυρία γιόγκα, αποφασίζει να φύγει και να επανέλθει εκ νέου αύριο, για να τη βασανίσει από κοινού με το σπλάχνο της.
Το καμπανάκι της εισόδου χτυπά καθώς η παρολίγον πελάτισσα βγαίνει, και ένα κύμα ψυχρού αέρα εισβάλλει στο βιβλιοπωλείο. Χαμογελάει αχνά. Όχι οποιοδήποτε βιβλιοπωλείο. Το βιβλιοπωλείο της. Ένα όνειρο ζωής. 
Ακριβώς απ' έξω είναι η στάση "Μυρτώ", του λεωφορειου 222. Η στάση πήρε το όνομα της από το θερινό σινεμά που βρίσκεται στον κάθετο δρόμο. Ρετρό κατάλοιπο μιας άλλης εποχής, που επιβιώνει αγκομαχώντας, την εποχή της απόλυτης κυριαρχίας του ίντερνετ.
Κι εκείνη τη λένε Μυρτώ. Πήρε το όνομα της εξ αιτίας μιας παρεξήγησης, μιας και το αληθινό, το βαφτιστικό της όνομα υπήρξε πάντα θέμα διαμάχης μεταξύ του πατέρα και της μητέρας της-χωρίς κανένας να μάθει ποτέ το γιατί.
 Έτσι το Μυροδάνθη αντικαταστάθηκε από το Μυρτώ με συνοπτικές διαδικασίες και έγινε το όνομα της για όλους τους γύρω της, εκτός από τον πατέρα της. Για εκείνον θα είναι πάντα η Μυροδάνθη του, η μονάκριβή του.
Ξανακοιτά τον τόμο με τους μύθους. Ξεφυλλίζει τις σελίδες. Ο λαγός και η χελώνα, το λιοντάρι και το ποντίκι, η αλεπού με την κομμένη ουρά... Όταν ήταν μικρή, της άρεσε να τρυπώνει στο κρεββάτι των γονιών της κρατώντας έναν παρόμοιο τόμο. Ο πατέρας της τής διάβαζε ακούραστα, πολλές φορές και δύο φορές την ίδια ιστορία, μέχρι να νυστάξει. Μια μόνο φορά θυμάται, τη ρώτησε όλο παράπονο: "Άραγε όταν μεγαλώσεις και γω δε θα βλέπω τόσο καλά πια, θα έρχεσαι να διαβάζεις εσύ σ' εμένα;"
Και εκείνη τού το υποσχέθηκε. Τότε παλιά. Πολλά πολλά χρόνια πριν.
Αυτή ήταν και η μοναδική φορά που της ζήτησε κάτι. Μέχρι σήμερα θυμάται όλα αυτά τα απογεύματα που περάσανε παρέα. Την παιδική χαρά. Τις βόλτες στο Ζάππειο και τον άγνωστο στρατιώτη, με εκείνη να τρέχει μπροστά και τον μπαμπά της πάντα πίσω να ακολουθεί, με το παντελόνι καμπάνα και τις μακριές φαβορίτες της δεκαετίας του '70. Τις ατέλειωτες συζητήσεις, όταν πια μεγάλωσε και μπορούσε να καταλάβει δύο πράγματα παραπάνω...
Ακούς κυρία γιόγκα;
Δεν είναι αρκετό το διάβασμα μιας ιστορίας πέντε λεπτά πριν τον ύπνο. Το να είσαι γονιός παίρνει λίγο περισσότερο χρόνο... 
Ξανακούει το καμπανάκι και στρέφεται προς την πόρτα. Δε βλέπει κανέναν, αλλά την τυλίγει μια ψύχρα. Ένα άρωμα από Καρέλια μπλε πλανιέται στον αέρα.
Φαίνεται ότι οι παρενέργειες από το κόψιμο του τσιγάρου έχουν πειράξει τα νεύρα της.
Σκέφτεται να κλείσει νωρίτερα σήμερα. Θέλει να βγει να πάρει λίγο αέρα. Ίσως και να τηρήσει την υπόσχεση που έδωσε τόσα χρόνια πριν. 
Αρπάζει τους μύθους, παίρνει τσάντα και κλειδιά. Το αποφάσισε. 
Απόψε θα διαβάσει ιστορίες στον μπαμπά της, κι ας είναι αργά. 
Βάζει παλτό, κλειδώνει, κατεβάζει ρολά και περιμένει υπομονετικά το 222 στη στάση που έχει το όνομα της.
Στάση "Μυρτώ", λεωφορειο 222:
Ακαδημία-Νεκροταφείο Ζωγράφου.

Μπαμπά, μού λείπεις...

Σ.Φ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου